27/7/11

ΕΦΗ ΛΟΓΓΙΝΟΥ. ΕΝΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ


Συναντήσαμε την Έφη στο Θησείο και μας μίλησε για το πώς ταυτίστηκε με την κοπέλα που υποδύθηκε και για το πόσο ωραίο και δύσκολο είναι να προσπαθείς να κάνεις στη ζωή σου αυτό που θέλεις.


Ο ρόλος 
«Ο ρόλος που υποδύομαι είναι της 23χρονης Χριστίνας. Είναι από τις δυτικές συνοικίες, ζει με τη μητέρα της, έχει τελειώσει ένα ΤΕΙ και δεν μπορεί να βρει δουλειά στο αντικείμενο των σπουδών της. Έτσι, δουλεύει σε ένα μαγαζί με τσάντες. Κάποια στιγμή αποφασίζει να φύγει από το σπίτι της και να νοικιάσει ένα σπίτι στην Αχαρνών. Το νοικιάζει χωρίς να έχει την οικονομική δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Στην ταινία παρακολουθούμε την προσπάθεια αυτής της κοπέλας να επιβιώσει και να μπορέσει να αντεπεξέλθει στη ζωή». Από τα λόγια της υποθέτω ότι εκτιμά πολύ το χαρακτήρα που υποδύεται, καθώς το θάρρος και η αποφασιστικότητά της δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά στη σύγχρονη Ελλάδα.Εγκαταλειποντασ την ασφαλεια…

«Στις μέρες μας οι νέοι άνθρωποι δεν φεύγουν εύκολα από τα σπίτια τους. Ανθρωποι 30-35 χρόνων μένουν με την οικογένειά τους, επειδή δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα -με το βασικό μισθό- να πιάσουν ένα σπίτι και να μείνουν μόνοι τους. Η ταινία μιλάει για τους νέους και αυτό που προτείνει είναι να μην φοβόμαστε να ακολουθήσουμε τα όνειρά μας, με όποιο κόστος. Η Χριστίνα εγκαταλείπει την ασφάλεια του σπιτιού της μητέρας της και αποφασίζει να κάνει την επανάστασή της, να πάει να μείνει μόνη της -κάνοντας δύο δουλειές, για να τα βγάλει πέρα- σε μία άλλη γειτονιά, και μάλιστα σε μία περιοχή όπου μένουν μόνο μετανάστες. Λειτουργεί με την ανάγκη της να ελευθερωθεί, να βρει τον εαυτό της, να εξελιχθεί ως άνθρωπος, να φύγει από την παρέα των παιδικών της χρόνων και την υπερπροστατευτική μητέρα της (Ράνια Οικονομίδου)».


Χριστίνα, όπως λέμε Εφη;
«Και εγώ σπούδαζα στα ΤΕΙ και λίγο πριν πάρω το πτυχίο μου, έφυγα από τη Λογιστική και ήρθα στην Αθήνα, για να σπουδάσω στη δραματική σχολή του Γιώργου Κιμούλη». Κατά κάποιο τρόπο παίζοντας την Χριστίνα, ένιωθε ότι παίζει ένα ρόλο παρεμφερή με τον εαυτό της. Και η ίδια εγκατέλειψε την ασφάλεια του σπιτιού της στην Πάτρα και είδε πολλά να αλλάζουν, όταν έμεινε μόνη της. «Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα ήταν πολύ δύσκολα. Δεν ήξερα κανέναν. Δυσκολευόμουν να μείνω μόνη μου και δούλευα παράλληλα με τη σχολή. Παρόλο που έχω άριστη σχέση με τους δικούς μου, όταν έμεινα μόνη μου, άλλαξαν πολλά πράγματα σε μένα. Εγινα πιο δυνατή. Το να σκέφτεσαι πώς θα πληρώσεις τους λογαριασμούς σου, πώς θα ζήσεις μόνος σου, πώς θα επιβιώσεις, είναι προβληματισμοί που σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Υπάρχει και ένα μότο στην ταινία: ‘μην υποχωρείς μπροστά στη δυσκολία, αυτή δοκιμάζει το βαθμό της επιθυμίας σου’. Αυτό το μότο με ακολουθεί. Δεν μου ήρθαν εύκολα τα πράγματα. Οταν αντιμετωπίζω δυσκολίες στη ζωή μου, πεισμώνω. Δεν υποχωρώ. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που αν φοβηθώ, θα τα παρατήσω. Θα το παλέψω και ας ‘φάω τα μούτρα μου’».


Ηθοποιός σημαίνει κάνω θυσίες 
«Υπήρξαν κάποια διαστήματα που δεν είχα δουλειά στο θέατρο ή στην τηλεόραση. Χρειάστηκε να δουλέψω σε καφέ και να ποζάρω σε ζωγράφους. Δεν αισθανόμουν άσχημα, ακόμα και όταν με αναγνώριζαν από δουλειές που έχω κάνει στην τηλεόραση. Ηξερα ότι τα κάνω όλα για κάποιο ιερό σκοπό. Ακόμα συνεχίζω να ψάχνω δουλειά κάθε σαιζόν. Πηγαίνω σε casting, στέλνω βιογραφικά. Είναι ένας διαρκής αγώνας. Είναι ψυχοφθόρα διαδικασία. Τα πρώτα χρόνια τρομάζεις, μετά ή συνηθίζεις ή κουράζεσαι. Εχω συμμαθητές από τη δραματική που τα παράτησαν, δεν άντεξαν. Η αβεβαιότητα του χώρου κουράζει». Οπως είναι λογικό, όταν βρίσκεσαι σε ένα χώρο με δυσκολίες, συγκροτείς το χαρακτήρα σου και καλλιεργείς την προσωπικότητά σου. «Δεν με ενδιαφέρει να κάνω κάτι, αν δεν είμαι ερωτευμένη με αυτό. Πιστεύω ότι ο έρωτας καθορίζει τα πάντα. Οι άνθρωποι που δεν είναι ερωτευμένοι με τη δουλειά τους, δεν είναι και ευτυχισμένοι. Από το να νιώθεις οικονομικά ασφαλής, κάνοντας κάτι που δεν αγαπάς, είναι προτιμότερη η βιοποριστική αγωνία, κάνοντας μια δουλειά που, όμως, σε γεμίζει».


Δύσκολοι καιροί 
Τα γυρίσματα της ταινίας έγιναν στην Αχαρνών και γύρω από αυτήν, ενώ τώρα πηγαίνει κάθε μέρα στο «Θέατρο Αγγέλων Βήμα» που βρίσκεται πίσω από την Ομόνοια. Κυκλοφορεί, δηλαδή, σε ταλαιπωρημένες γειτονιές της Αθήνας. «Με στεναχωρεί πολύ η κατάσταση που βιώνουν οι άνθρωποι στο κέντρο και η αδυναμία του κράτους να τους προστατεύσει. Είμαι και εγώ παιδί μεταναστών. Και εγώ και η αδερφή μου γεννηθήκαμε στη Σουηδία. Τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά εκεί. Οι άνθρωποι είχαν την υποστήριξη του κράτους. Το κράτος οφείλει να έχει υποδομές και μέριμνα. Εχω δουλέψει πολύ καιρό εκτός θεάτρου και έχω συναναστραφεί με ανθρώπους που ήταν καθηγητές Πανεπιστημίου στη χώρα τους και εδώ δουλεύουν ‘λάντζα’. Σίγουρα, με έχει επηρεάσει βαθιά η οικονομική στενότητα, αλλά υπάρχουν και άνθρωποι που υποφέρουν και ζουν πολύ χειρότερα από μένα. Υπάρχουν μετανάστες που ζουν με άλλα 10 άτομα στο ίδιο σπίτι και δεν έχουν νερό να πλυθούν. Δεν γίνεται, όμως, να λυπόμαστε και μετά να γυρίζουμε το κεφάλι. Κάπως πρέπει να αντιδράσουμε, με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας. Πιστεύω ότι μπορούμε να ζήσουμε όλοι αρμονικά, αν αρχίσουμε να νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον».
Μαγική στιγμή
«Στο τελευταίο γύρισμα της ταινίας, έμεινα ολομόναχη σε ένα δωμάτιο μακριά από το συνεργείο και έκανα τον απολογισμό αυτής της εμπειρίας. Με συγκίνησε πολύ η σκέψη ότι από το τίποτα είχαμε στα χέρια μας μια ολοκληρωμένη ταινία, ένα δημιούργημα που τώρα πια θα ταξιδέψει πέρα από εμάς. Όλη αυτή η διαδικασία καταγράφηκε στο μυαλό μου ως κάτι μαγικό, κάτι που μόνο μέσα από την τέχνη μπορεί να βιώσει κανείς. Πραγματικά, δεν με ενδιαφέρει να γίνω αναγνωρίσιμη, αλλά να μου δίνεται πάντα η δυνατότητα να επιλέγω τις δουλειές μου».
(Δημοσιεύτηκε Σεπτέμβριο 2010 στην εφημερίδα Metropolis)

Δεν υπάρχουν σχόλια: