2/3/12

Όταν αργεί να ξημερώσει...




Ο παππούς μου δούλευε για χρόνια στην παλιά λαχαναγορά που βρισκόταν τέρμα Κορίνθου. Ο μπαμπάς μου τον ακολούθησε για λίγο στο επάγγελμα... Θυμάμαι με έπαιρναν μαζί τους στη λαχαναγορά και εγώ όπου έβρισκα χαλασμένα αχλάδια, τα ζούλαγα και έκανα τα ρούχα μου χάλια. Όταν πήγαινα με τα αδέρφια μου κλεινόμασταν στο μαγαζάκι που διατηρούσαν και κάναμε διαγωνισμό για το ποιος θα φάει περισσότερα μανταρίνια -κέρδιζα. Στη λαχαναγορά άκουγα και μάθαινα καινούριες λέξεις που έπειτα τις ξεστόμιζα στη μάνα μου και γινόταν το έλα να δεις... Ένα πράγμα σκέφτομαι μετά τη «βόλτα» που έκανα στη λαχαναγορά: Εάν ζούσε ο παππούς μου δεν θα ήθελε να έβλεπε το σημερινό πρόσωπό της... 


Πορτοκάλια, κάστανα, μαρούλια, πιπεριές, μελιτζάνες, καρότα και άλλα ωραία που γεννάει η φύση περιμένουν κάθε μέρα για να αγοραστούν. Περιμένουν μήπως και βρουν ιδιοκτήτη. Πολλές φορές καταλήγουν στα σκουπίδια. Σαπίζουν. Και η λαχαναγορά μαζί τους...


Η ώρα είναι 5 το πρωί. Αξημέρωτα. Καβαλάω το μηχανάκι- σαραβαλάκι και πάω να πάρω από το σπίτι του τον κολλητό- φωτογράφο Βασίλη για να πάμε στην οδό Ακρωτηρίου. Κάνει κρύο, πολύ κρύο και πάνω στο μηχανάκι γίνεται ανυπόφορο. Όταν φτάσαμε, δυο σκυλιά μας καλημέρισαν. Δεν είναι αδέσποτα. Είναι τα σκυλιά της λαχαναγοράς. Μας μυρίζουν και μας επιτρέπουν να προχωρήσουμε...


«Δεν ξέρω εάν θα υπάρχει το επάγγελμα μας σε λίγα χρόνια»

«Η λαχαναγορά έχει εγκαταλειφθεί εδώ και πολλά χρόνια. ..Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα κτιριακό -εάν γίνει σεισμός σίγουρα θα θρηνήσουμε θύματα. Στην ουσία είναι ακατάλληλη και ενώ έχουν δοθεί πολλές υποσχέσεις δεν έχει δείξει κανένας ενδιαφέρον» αναφέρει ο κ. Παναγιώτης Δρούκας, 38 ετών, πρώην πρόεδρος του σωματείου εμπόρων της κεντρικής λαχαναγοράς Πατρών, ο οποίος είναι ο πρώτος άνθρωπος που συναντήσαμε και με το καλημέρα, μας έβαλε στο κλίμα. «Τώρα έχουν έρθει τα δύσκολα. Επιχειρήσεις που υπήρχαν μέσα στη λαχαναγορά έχουν κλείσει. Από τις 40, έχουν μείνει περίπου 20. Τα έξοδα είναι πολλά και δύσκολα καλύπτονται. Δεν ξέρω εάν μπορούν να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις. Δεν ξέρω εάν θα υπάρχει το επάγγελμα μας σε λίγα χρόνια» υπογραμμίζει ο κ. Παναγιώτης.

Η λαχαναγορά βρίσκεται στην Ακρωτηρίου από το 1993, είναι ανοιχτή από τις 4 το πρωί μέχρι τις 10.30, από τις 4 το απόγευμα μέχρι τις 8 το βράδυ. Εδώ δουλεύουν γύρω στα 70 άτομα... 


Μανάβηδες, άνθρωποι που έχουν πάγκους στη λαϊκή, εστιάτορες από Πάτρα αλλά και από άλλες γειτονικές πόλεις έρχονται στις επιχείρησες που βρίσκονται μέσα στη λαχαναγορά για να αγοράσουν τα οπωροκηπευτικά τους. «Για τα καταστήματα που έχουμε εδώ στη λαχαναγορά δίνει ο καθένας μας, κάθε μήνα, ενοίκιο 500 ευρώ στον Οργανισμό Κεντρικής Αγοράς Πατρών που έχει συσταθεί από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» εξηγεί ο κ. Μίλτος Καγιάφας.





Στο κέντρο της λαχαναγοράς υπάρχει μια ψησταριά. Δεν έχει πάνω της κοψίδια αλλά παλέτες που σιγοκαίγονται. Γύρω από τη φωτιά, οι άνδρες της λαχαναγοράς καπνίζουν. Καλαμπουρίζουν. Ο ένας πειράζει τον άλλον για τα γκομενικά και τα ποδοσφαιρικά. Ξέρουν πολύ καλά ότι το γέλιο είναι βάλσαμο. «Όσο γελάμε, τίποτα δεν χάθηκε» λέει ο Σαίξπηρ και ελπίζω να βγει αληθινός.










Στην οροφή του κτιρίου υπάρχει ένα κενό εδώ και χρόνια. Προήλθε από σεισμό που ευτυχώς έγινε Κυριακή -μέρα που είναι κλειστή η λαχαναγορά. Αλλιώς, σίγουρα κάποιοι θα είχαν χτυπήσει. «Φοβόμαστε μη πέσει το κτίριο πάνω στο κεφάλι μας, είναι επικίνδυνα» ήταν η ατάκα που ακούσαμε από τους περισσότερους ανθρώπους της λαχαναγοράς.



Ο πρώτος καφές της ημέρας!

Ο κ. Σάκης μας πρότεινε να κάνουμε διάλειμμα και μας κέρασε καφέ στο καφενείο που έχει μέσα στη λαχαναγορά. Μπαίνουμε και επιτέλους λίγη ζέστη -στα μάτια του φωτογράφου αντικρίζω την ανακούφιση. Πώς είναι τα πράγματα για τη δική του επιχείρηση; «Πάμε για φούντο... Αφού δεν πάει καλά η λαχαναγορά, θα πάμε εμείς καλά; Δεν υπάρχει χρήμα για κατανάλωση και τα πράγματα είναι πεσμένα. Ο Σάκης έχει τρία αγοράκια. Το μεροκάματο φτάνει για την οικογένεια; «Μόνο για τα γάλατα των παιδιών και τα μπεμπιλίνα». 


Στην ερώτηση μου εάν θα πάει για τέταρτο παιδί, απαντάει θετικά. Και η οικονομική κρίση; «Όλους μας ταλαιπωρεί. Αλλά εδώ κάνουν παιδιά κατά τη διάρκεια των πολέμων και δεν θα κάνουμε εμείς; Ότι είναι να γίνει, θα γίνει. Είναι τρόμος αυτό που συμβαίνει, όμως το κίνητρο για ζωή είναι πολύ μεγάλο. Όλα συντελούν στο να σου κλέβουν την ενέργεια, τα παιδιά, όμως, σου δίνουν ενέργεια, ώθηση ώστε να βγεις έξω και να βουτήξεις τη ζωή από τα κέρατα. Κάθε πρωί, πριν έρθω στη λαχαναγορά, ακούω την ανάσα τους, σιγουρεύομαι ότι είναι καλά και βγαίνω έξω για να δουλέψω»



«Καθόμαστε από το πρωί εδώ και δεν κάνουμε τίποτα»...

Με το που βγαίνουμε από το καφενείο, συναντήσαμε τον κ. Λάμπρο που δουλεύει πάνω από 4 δεκαετίες στη λαχαναγορά. Βρίσκω την ευκαιρία να τον ρωτήσω εάν γνωρίζει τον παππού μου και τον πατέρα μου. Χαμογελάει και θυμάται ατέλειωτα ταξίδια που έκανε μαζί τους στην Βόρεια Ελλάδα για να φέρουν τα καλύτερα μήλα... 

Στην ερώτηση μου πώς πάνε οι δουλειές, ο κ. Λάμπρος απαντάει με ερώτηση. «Όση ώρα είσαι εδώ, έχεις δει κανέναν άνθρωπο να ψωνίζει;» λέει και συνεχίζει «Εδώ και δύο χρόνια, τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο και χαλάνε τα προϊόντα μας. Καθόμαστε από το πρωί εδώ και δεν κάνουμε τίποτα». Στην κουβέντα μπαίνει ο κ. Νίκος Αναστασόπουλος, ο οποίος έχει τη δική του επιχείρηση μέσα στη λαχαναγορά. «Η δουλειά έχει πέσει κατά 70%... Ο μανάβης που έρχεται να ψωνίσει από εμάς δεν βγάζει τις υποχρεώσεις του και δεν έχει να πληρώσει. Ψωνίζει 300 ευρώ και μας δίνει 150. Παλιά υπήρχε δουλειά και τρέχαμε. Υπήρχε ζωή. Τώρα φτιάχνουμε τον καφέ μόνοι μας». Έχουν σκεφτεί να τα παρατήσουν; «Και πού να πάμε, τι να κάνουμε;» απαντάει ρωτώντας ξανά ο κ. Λάμπρος. 





Και ναι υπάρχουν (λίγες) γυναίκες στη λαχαναγορά! 

Η Γωγώ εδώ και ένα χρόνο δουλεύει ως λογίστρια σε ένα από τα καταστήματα της λαχαναγοράς. Πώς είναι να δουλεύεις σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον; «Δύσκολα. Υπάρχουν δύσκολες συμπεριφορές και περίεργοι χαρακτήρες. Το σίγουρο είναι ότι ακούς και μαθαίνεις νέες λέξεις. Βρισιές πολλές. Ασταμάτητα. Έχω τσακωθεί άγρια με αρκετούς ανθρώπους για τη γλώσσα που χρησιμοποιούν. Αναγκάζεσαι, όμως, να ζήσεις με αυτές τις καταστάσεις»...

Κινητικότητα μικρή. Κλειστά μαγαζιά. Επιταγές σφραγίζονται. Λεφτά χάνονται. Το παραεμπόριο τους κάνει ζημιά. Άνθρωποι σε απόγνωση που έζησαν άλλες εποχές, πιο γενναιόδωρες. Απογοητευμένοι, συνειδητοποιημένοι, συζητήσιμοι, ευγενικοί. Με φιλότιμο και ευαισθησίες. Αναρωτιούνται τι θα γίνει. Συνηθισμένοι στο δύσκολο ωράριο της σκληρής δουλειάς τους επιμένουν, ελπίζουν; 




Ποιος φταίει για την κατάσταση της λαχαναγοράς; Σίγουρα αυτοί οι άνθρωποι είναι ξεχασμένοι από φορείς και κράτος. Απόλυτη αδιαφορία. Φεύγουμε και έχει ξημερώσει για τα καλά. Θα ξημερώσει νέα μέρα για τη λαχαναγορά; Μάλλον όχι..

Ο κ. Σταύρος είναι ο πιο παλιός της λαχαναγοράς. 76 χρονών. Καμιά πενηνταριά χρόνια της ζωής του τα έχει περάσει εδώ μέσα. Αν και έχει πάρει σύνταξη, έρχεται τώρα σχεδόν κάθε μέρα και βοηθάει το γιο του που ακολούθησε το επάγγελμά του. «Ο γιος μου πουλάει τα μισά από όσα φέρνει. Τα άλλα τα πετάει. Παλιότερα πουλάγαμε τα πάντα... Στεναχωριέμαι πολύ, τα πράγματα πάνε άσχημα. Τί θα κάνουμε; Μας πιέζει η τράπεζα και η εφορία. Είχαμε πάρει ένα δάνειο για να φτιάξουμε μια οικοδομή και τώρα δυσκολευόμαστε -θα μας πάρουν τα σπίτια... Ελπίζω να αλλάξει αυτή η κατάσταση για όλους μας, το θέμα είναι το πότε»...


Φωτογραφίες: Βασίλης Σπύρου
Δημοσιεύτηκε το Δεκέμβριο του 2011 στο περιοδικό Trip της εφημερίδας Πελοπόννησος



Δεν υπάρχουν σχόλια: