27/7/11

ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ


Έχει αρχίσει να γίνεται χαρακτηριστικό συστατικό του ελληνικού σινεμά. Η βία, η λεκτική βία, ο θυμός, η ένταση, οι κλειστοφοβικοί τέσσερις τοίχοι. Κατάλληλη να μας μιλήσει για αυτή την κινηματογραφική τάση είναι η Μαρία Καλλιμάνη, η οποία άρχισε να γίνεται αναγνωρίσιμηα χάρη στις εξαιρετικές της ερμηνείες τελευταία, όπως αυτή στο ρόλο της Γωγώς στο «Μαχαιροβγάλτη» του Γιάννη Οικονομίδη.
«Η λεκτική βία μάς είναι πολύ γνώριμη. Το ταμπεραμέντο μας είναι φωνακλάδικο… Ο Ελληνας κουβαλάει θυμό. Οι οδηγοί τσακώνονται, θυμώνουν, κορνάρουν. Η Αθήνα είναι πιεστική και εχθρική πόλη. Πολλά σκουπίδια, λίγο πράσινο. Δεν περπατιέται. Με θυμώνει που οι άνθρωποι είμαστε τόσο αγενείς μεταξύ μας, δεν σέβεται ο ένας τον άλλον, παντού υπάρχει θόρυβος. Ο καθένας κοιτάει το σπίτι του και δεν νοιάζεται για το ευρύτερο περιβάλλον, στο οποίο και ζει. Ο καθένας κοιτάει την πάρτη του». Με αυτό το «κατηγορώ» η Μαρία Καλλιμάνη εξηγεί ότι αυτός ο κινηματογραφικός θυμός δεν έχει «γεννηθεί» από το μυαλό ενός σεναριογράφου, αλλά τροφοδοτείται από τον αστικό τρόπο ζωής. Είχε ένα μικρό ρόλο στη «Χώρα Προέλευσης» του Σύλλα Τζουμέρκα και ένα μεγάλο καθοριστικό ρόλο στο «Μαχαιροβγάλτη» του Γιάννη Οικονομίδη. «Κάναμε 2,5 μήνες πρόβες και μετά δύο μήνες γυρίσματα. Δουλέψαμε με αυτοσχεδιασμούς κατά τη διάρκεια των προβών, έτσι ώστε να μπούμε στον κόσμο των ηρώων. Ο Γιάννης είναι επικοινωνιακός σκηνοθέτης και δένεται με τους ηθοποιούς. Είναι απαιτητικός, μέχρι να πάρει το αποτέλεσμα που θέλει».
Η παρουσίασή της, ωστόσο, χαμηλών τόνων και ευγενική, δεν παραπέμπει εύκολα στην ηρωίδα του Οικονομίδη που θα κάνει σχέση με τον ανιψιό του άνδρα της. «Υποδύομαι τη θεία Γωγώ, ενώ ο Βαγγέλης Μουρίκης κάνει τον άνδρα μου. H ταινία είναι ασπρόμαυρη. Το ασπρόμαυρο ταιριάζει πολύ με την ασχήμια των ηρώων, αλλά και την ασχήμια της Αθήνας. Ο Οικονομίδης εστιάζει στην άσχημη πλευρά των ανθρώπων και κατ’ επέκταση του Ελληνα. Θέλει να περιγράψει τη λαμογιά του Έλληνα, το μικροαστικό συμβιβασμό, την καθημερινότητα που σκοτώνει τους ανθρώπους. Οι ήρωες της ταινίας είναι βίαιοι, έχουν σπασμένα νεύρα, είναι θυμωμένοι. Οι αντιδράσεις τους είναι ενστικτώδεις. Είναι άνθρωποι μπερδεμένοι, βρίσκονται στα όρια. Ο μόνος σκοπός τους είναι να πληγώσει ο ένας τον άλλον. Μέσα στην ταινία υπάρχει ένα ερωτικό τρίγωνο και ένας φόνος». Την ρωτάω αν οι νέοι κουβαλούν θυμό και βία εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης της χώρας και της έλλειψης ευκαιριών. «Κάποιοι κουβαλάνε θυμό και κάποιοι είναι αποχαυνωμένοι από το internet. Δεν είναι μία χαρούμενη περίοδος αυτή που βιώνουμε. Θεωρώ, όμως, ότι εάν ένας άνθρωπος θέλει κάτι, έχει πάθος για κάτι, θα τα καταφέρει. Χρειάζεται τόλμη, δύναμη, πίστη και χρόνος».
Η Μαρία έχει κάνει τον τελευταίο καιρό δύο ωραία ταξίδια για τις ανάγκες των ταινιών. Πήγε στη Βενετία για τη «Χώρα Προέλευσης» και στο Πουσάν της Νότιας Κορέας για το «Μαχαιροβγάλτη». Οι Κορεάτες γούσταραν το «Μαχαιροβγάλτη»; «Το κοινό ήταν άκρως νεανικό. Οταν προβλήθηκε η ταινία, η αίθουσα ήταν γεμάτη και παρακολουθούσαν την ταινία με μεγάλη προσοχή. Στο τέλος, έκαναν ερωτήσεις και τους απαντούσα. Παρατήρησα ότι οι ερωτήσεις τους ήταν επί της ουσίας, είχαν μπει στο κλίμα της ταινίας και η ταινία είχε προκαλέσει αντιδράσεις. Μου άρεσε που το κοινό συμμετείχε, και μιλάμε για ένα λαό που δεν είναι και τόσο εκδηλωτικός».
Σήμερα μένει στους Αμπελοκήπους, αλλά δεν είναι Αθηναία. Μεγάλωσε στο Αίγιο και σπούδασε αρχαιολόγος. Εργάστηκε σε ένα Μουσείο, αλλά παράλληλα σπούδαζε στη δραματική σχολή του Εμπρός. «Αν και αγαπούσα αυτό που σπούδασα, δεν μπορώ να πω ότι μου λείπει η αρχαιολογία. Είχα την τύχη να έχω σημαντικούς καθηγητές στο Πανεπιστήμιο που με βοήθησαν να καλλιεργήσω την κριτική μου σκέψη. Πάντως, και στο θέατρο και στην αρχαιολογία χρειάζεται ψάξιμο, σκάψιμο… Εκείνο που μου λείπει είναι η ανασκαφή, διότι είσαι σε άμεση επαφή με τη φύση. Εβρισκες ένα νόμισμα ή ένα κομμάτι από αγγείο και κατευθείαν έφτιαχνες στο μυαλό σου πώς ζούσαν οι άνθρωποι τότε». Η ηθοποιία, όμως, την κέρδισε και εκ του αποτελέσματος δικαιώθηκε. Πέρα από τις φετινές της εμφανίσεις, που την ανέδειξαν ως μία από τις πιο ταλαντούχες Ελληνίδες ηθοποιούς, από τα τελευταία χρόνια κρατάμε τις τηλεοπτικές εμφανίσεις της στο «Νυχτερινό Δελτίο» και το «Δέκα», αλλά και την ερμηνεία της στο “Blackbird” δίπλα στον Δημήτρη Καταλειφό. «Ισχύει αυτό που λένε ότι εμείς οι ηθοποιοί είμαστε σαν τους τσιγγάνους, γυρνάμε από εδώ και από εκεί, από τη μία δουλειά στην άλλη, από το ένα θέατρο στο άλλο. Για 6-7 μήνες που κρατάει μία παράσταση, δουλεύεις πολλές ώρες και δένεσαι ψυχικά με άλλους ηθοποιούς. Κάνεις πολλή παρέα και μετά χάνεσαι. Παρόλα αυτά, με κάποιους ανθρώπους διατηρείς φιλίες για χρόνια. Ο ‘Μαχαιροβγάλτης’, για παράδειγμα, ήταν η αρχή της φιλίας με τον Γιάννη και τον Βαγγέλη».

Δεν υπάρχουν σχόλια: