22/7/11

Θέλει αρχίδια για να φορέσεις φουστάνια





Γιατί δεν πήρα το ρολάκι 
που µου πασάρανοι πολλοί, να παίζω το γαλάζιο αγοράκι µε τη βαρβάτη την ψωλή.*

Ο 50άρης ταξιτζής με κοιτάει περίεργα όταν καταλαβαίνει σε ποιο μαγαζί κατευθυνόμαστε. Δεν του δίνω σημασία. Στην οδό Ζαν Μωρεάς, ένα στενάκι της πολύβουης Συγγρού, οι «Κούκλες» ξετυλίγουν το ταλέντο τους αφού πρώτα είπαν όχι σε ό,τι τις εγκλώβιζε. Η ώρα 1 παρά. Το μαγαζί είναι μικρό και είναι τίγκα από κόσμο. Εδώ όλα έχουν μια κόκκινη απόχρωση… Ψάχνω να βρω τη Μαριλού, την ιδιοκτήτρια.
              
Μπορεί το μαγαζί να είναι ανοιχτό από το 1995, όμως ο περισσότερος κόσμος έμαθε για την ύπαρξή του μέσα από τη «Στρέλλα» του Π. Κούτρα… Η Μαριλού, αφού έζησε στο Βερολίνο τη δεκαετία του ’70, γύρισε στην Ελλάδα και φλέρταρε πολύ με την ιδέα να φτιάξει ένα drag show club. Αυτό που της έλειπε ήταν το κίνητρο. Σύντομα το βρήκε στο πρόσωπο της Εύας Κουμαριανού. Έτσι, λοιπόν, σκέφτηκε ν’ ανοίξει τις «Κούκλες» ως έναν χώρο για να δίνει η Εύα τα σόου της. Από την ημέρα που ανακοίνωσε η Μαριλού τη διάθεσή της να φτιάξει ένα τέτοιο μαγαζί μέχρι την ημέρα που το άνοιξε προστέθηκαν κι άλλα άτομα για να συμμετάσχουν στο σόου, με αποτέλεσμα το μαγαζί από την πρώτη μέρα λειτουργίας του να διαθέτει κανονικά ένα full drag show. 

Στις «Κούκλες» θα δεις κυρίως ανθρώπους που γεννήθηκαν αγόρια και σε κάποια στιγμή της ζωής τους αποφάσισαν να αλλάξουν την όψη τους, ακολουθώντας αυτό που γουστάρουν και τους ταιριάζει περισσότερο: Έγιναν γυναίκες και κάθε Παρασκευή και Σάββατο ανεβαίνουν στη σκηνή του μαγαζιού και μιμούνται διάσημους τραγουδιστές, φορώντας περίτεχνα κοστούμια και αποδεικνύοντας ότι το drag show μπορεί να αποτελέσει μια ενδιαφέρουσα, διαφορετική καλλιτεχνική έκφραση.

Συναντάω τη Μαριλού πίσω από την μπάρα να φτιάχνει ποτά. Είναι ψηλή, εντυπωσιακή και το βλέμμα της υποδεικνύει ότι δεν της ξεφεύγει τίποτα. Το μαύρο δερμάτινο και το έντονο μακιγιάζ της με εντυπωσιάζουν.Με επιπλήττει που άργησα. Με οδηγεί στο καμαρίνι, ανεβαίνουμε κάτι στενές σκάλες και οδηγούμαστε σ’ έναν χώρο λίγων τετραγωνικών μέτρων. Περούκες, μάσκαρες, φανταχτερά φορέματα, κραγιόν, καθρέφτες, πούπουλα, ψεύτικες βλεφαρίδες, ψηλοτάκουνες γόβες συμπληρώνουν το σκηνικό. 

Η Μάνια, η Ρία, η Εβίτα, η Τάνια, ο Δημήτρης και ο Νικόλας προετοιμάζονται σιγά σιγά για το σόου. H συζήτηση ξεκινάει για το πώς είναι η νύχτα στις «Κούκλες». «Είναι μαγεία, από τη στιγμή που θα μπεις στο μαγαζί ζεις κάτι διαφορετικό, απολαμβάνεις κάθε στιγμή» λέει η Εβίτα. Τους αρέσει να μιμούνται και να παρωδούν περσόνες που αγαπούν. Οι προσωπικότητες που υποδύονται είναι δικής τους επιλογής, ενώ τα κοστούμια τα επιμελούνται μόνες τους. Ξεκίνησαν το σόου τυχαία. Για παράδειγμα, η Τάνια βρισκόταν σ’ ένα γκέι μπαρ κι έπαιζε ένα τραγούδι της αγαπημένης της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Εκείνη ανέβηκε πάνω, το έκανε play back και το παρουσίασε. Ο κόσμος ούρλιαζε, και μετά πήγαινε στο μαγαζί ως Αλίκη Βουγιουκλάκη... Κι έτσι μέχρι σήμερα υποδύεται την Αλίκη. Άλλωστε, της μοιάζει και στην τσαχπινιά και στο σκέρτσο… 

Κατά τη διάρκεια της κουβέντας οι τρανς δείχνουν χαλαρές, ελεύθερες, πειράζονται, γελάνε. Μιλάνε δυνατά και πολλές φορές η μία διακόπτει την άλλη… Μέσα από όσα λένε καταλαβαίνω ότι τρώνε τρελό κράξιμο από την αγαπημένη ελληνική κοινωνία. Πιστεύουν ότι οι Έλληνες έχουν αποδεχτεί τους ομοφυλόφιλους, όχι όμως τις ίδιες. «Είναι πολύ δύσκολο να δεχτεί κάποιος ότι ένας άντρας μπορεί να γίνει γυναίκα. Είμαστε ένα βήμα πίσω από τους γκέι. Δυσκολευόμαστε να βρούμε σπίτι, να βρούμε δουλειά, να πάμε σε μια δημόσια υπηρεσία. Εάν βγάλω την ταυτότητά μου, θα με κοιτάξουν όλοι από πάνω μέχρι κάτω, θα με ρωτήσουν “Εσύ είσαι εδώ;’’ και θα γελάσουν. Έναν γκέι δεν το κοιτάζεις από πάνω μέχρι κάτω» λέει η Μάνια, που στο σόου γίνεται ίδια η Άννα Βίσση.

Η άποψη της κοινωνίας τις επηρεάζει; «Την έχουμε χεσμένη την άποψη του κόσμου. Εντελώς. Την έχουμε χεσμένη από τότε που αποφασίσαμε να βάλουμε φουστάνια, από την ημέρα που ξυπνήσαμε το πρωί και από την γκέι φύση μας γίναμε τρανς. Θέλει αρχίδια για να φορέσεις φουστάνια» απαντάει η Ρία, που σε λίγη ώρα θα κάνει το κοινό να γελάσει παρωδώντας τη Σελίν Ντιόν. Η κουβέντα πάει στο κομμάτι της οικογένειας. «Δεν θα απαιτήσεις από τη μητέρα σου με το έτσι θέλω να σε φωνάξει με το γυναικείο σου όνομα. Μπορείς να της επιτρέψεις να σε πει με το όνομα που σε βάφτισαν. Η μαμά μου προσπαθεί να με πει με το γυναικείο μου όνομα – πότε τα καταφέρνει, πότε όχι», λέει η Μάνια.

 Η Ρία αναφέρει ότι οι γονείς φοβούνται για το τι θα πει ο κόσμος. Ο μπαμπάς της έχει πεθάνει, η αδερφή της είναι παντρεμένη και ο αδερφός της ζει με τη μητέρα της. «Ο αδερφός μου δεν έχει έρθει ποτέ να με δει στο μαγαζί. Πάντως, του έχω πει ότι, εάν παντρευτεί, θα φορέσω ένα ταγέρ και θα πάω στο γάμο του» απαντάει γελώντας.

Η Εβίτα έχει καταπληκτική σχέση με τους δικούς της.«Μένουμε σε διπλανά σπίτια. Έχουν αποδεχτεί τη σχέση μου. Είμαι από τις τυχερές. Η μαμά μου ήταν αδερφή του Μπίλι Μπο, ο οποίος ήταν γκέι, και λόγω αυτού ίσως να ήταν πιο εύκολο να με αποδεχτεί. Οι δικοί μου θέλουν να με βλέπουν ευτυχισμένη, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Κάνω αυτό που θέλω, με αποτέλεσμα η ζωή μου να είναι φυσιολογική. Δεν δουλεύω ως πόρνη. Οι γονείς μου μ’ έχουν εξασφαλίσει οικονομικά δίνοντάς μου περιουσία. Δεν κατηγορώ καμία κοπέλα που κάνει πεζοδρόμιο. Είμαι μαζί τους».

Οι τρανς μεταξύ τους πώς τα πάνε; «Μεταξύ μας μπορεί να σφαχτούμε και να τσακωθούμε, όμως εάν πάθει κάτι κάποια, όλες θα τρέξουμε» λέει η Τάνια. Ο Νικόλας παίρνει το λόγο και ενώ βάφεται λέει ότι οι τρανς νοιάζονται πραγματικά για όλους.

Είναι ευτυχισμένες; «Νιώθουμε ελεύθερα, αφού εκφράζουμε αυτό που νιώθουμε και το βγάζουμε προς τα έξω, δεν το κρύβουμε» αναφέρει η Μάνια και η Εβίτα τη συμπληρώνει «Θέλω να ζω τη ζωή ελεύθερα, Ήρθα σ’ αυτή τη ζωή και θέλω να τη ζήσω, την κουφάλα…» 
Τις χαιρετώ προσωρινά... πρέπει να ξεκινήσει το σόου. Αρχίζει, και όλοι ενθουσιάζονται. Δίπλα μου δύο αγόρια φιλιούνται. Παρατηρώ τον κόσμο και ξαφνιάζομαι με την ανομοιογένειά του. Όλες οι ηλικίες συνυπάρχουν εδώ. Τρανς, γκέι, στρέιτ ζευγάρια, παρέες αντρών και γυναικών διασκεδάζουν πραγματικά. Στο μεταξύ, ο ένας σπρώχνει ευγενικά τον άλλο για να βλέπει καλύτερα τις «Κούκλες»… Υπάρχει μια αλήθεια στην ατμόσφαιρα. Ο κόσμος πεθαίνει στα γέλια μόλις βλέπει τη Ρία να τσαλακώνεται και να γίνεται η Εντίθ Πιάφ, αλλά και με τις εκφράσεις του προσώπου της Μάνιας όταν κάνει τη Μελίνα Μερκούρη. Εντυπωσιάζεται με την ομορφιά της Εβίτας και με τη θεά Εύα να μεταμορφώνεται σε Μίλβα και Σακίρα. Την παράσταση, όμως, κλέβει ο άντρας της παρέας, ο Νικόλας, που έχει μελετήσει κάθε κίνηση της Άντζελας Δημητρίου και την παρουσιάζει με τον πιο πειστικό τρόπο.

Καθώς τις βλέπω, σκέφτομαι τι σημαίνει να γαμάς οικογένεια, σπίτι, κοινωνία, μικροαστισμούς και απορρίψεις και να κάνεις αυτό που η καρδούλα σου θέλει.Να προχωράς και να μην ντρέπεσαι. Στο μυαλό μου έρχονται τα λόγια του Δημήτρη που συμμετέχει στο σόου: «Πρώτη φορά ανακαλύπτω ανθρώπους με τόση περηφάνια και ειλικρίνεια, είναι παρά πολύ καλά παιδιά!» αναφέρει – και συμφωνώ.

Η ώρα κοντεύει 5 το πρωί. Το μαγαζί σιγά σιγά αδειάζει και ο κόσμος φεύγει χαρούμενος. Ίσως κάτι έχει μετακινηθεί μέσα του. Ψάχνω να βρω την Εύα Κουμαριανού για να μιλήσουμε. Με κατευθύνει στο καμαρίνι της. Έχει δικό της – το δικαιούται, είναι η πιο παλιά εδώ. Είναι τόσο μικρό, που με δυσκολία μάς χωράει και τους δύο. «Αισθανόμαστε αυτό που κάνουμε και το απολαμβάνουμε Το μαγαζί δεν είναι τραβεστάδικο. Δεν είναι γκετοποιημένο. Είναι ένα music hall. Είναι ο κατάλληλος χώρος για να διασκεδάσει κάποιος» λέει και χαμογελάει.

 Η Εύα σπούδασε θέατρο στη δραματική σχολή του Πέλου Κατσέλη και χορό. Κουβαλάει έναν ιδιαίτερο δυναμισμό και τσαγανό. Είναι σταρ! Από παιδάκι τής έβγαινε η διάθεση να γίνει κορίτσι. Έφευγε η μαμά της για να πάει στη δουλειά και καθόταν κι έβαζε πετσέτες στο κεφάλι για να κάνει ότι έχει μακριά μαλλιά, έβαζε το καλσόν της, τις γόβες της και έβγαινε στη γειτονιά – κι έπειτα το λέγανε στη μάνα της… «Όταν ήμουν 20, μια φίλη μου τραβεστί μ’ έβγαλε στο δρόμο και τότε κέρδισα ένα καλό ποσό – ενώ στο θέατρο, τότε, τη δεκαετία του ’70, έπαιρνα 80 δρχ. την εβδομάδα... Δεν ήθελα το πεζοδρόμιο, αναγκαστικά το έκανα κάποια στιγμή για να ζήσω. Το πεζοδρόμιο είναι ο μόνος τρόπος για να βγάλουν λεφτά οι τραβεστί και να ζήσουν. Ξέρεις πόσες τραβεστί έχουν σπουδάσει και δεν μπορούν να βρουν δουλειά στο αντικείμενό τους; Στο εξωτερικό δουλεύουν τραβεστί και σε τράπεζες και σε νοσοκομεία, εδώ είμαστε πίσω… Έβγαλα πολλά χρήματα που, δυστυχώς, τα έτρωγα. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα στη ζωή μου, για το μόνο που μετάνιωσα ήταν που πέρασαν τόσα λεφτά από τα χέρια μου, είτε από το δρόμο είτε από δουλειές στα μαγαζιά, και τα έτρωγα όλα στα ρούχα. Μ’ αρέσουν πολύ τα ρούχα και ακόμα έχω το μικρόβιο, απλώς τώρα έχω χαλαρώσει».


Τη ρωτάω πόσο γυναίκα νιώθει... «Εγώ έχω ξεκαθαρίσει τη σχέση μου και οι περισσότεροι τραβεστί δεν συμφωνούν με το δικό μου μυαλό. Εγώ έχω πει: είμαι γκέι. Αυτά που έχω πάνω μου, τα μαλλιά και το στήθος μου, είναι η στολή της δουλειάς μας. Πώς ένας γιατρός ή ένας αστυνομικός φοράει μια στολή; Έτσι κι εγώ έχω τη στολή μου. Μέσα μου και το μυαλό μου λειτουργεί ως γκέι. Δεν έχω καμία διαφορά με τον γκέι. Γυναίκα θα ήμουν αν είχα διορθώσει το φύλο μου. Αυτές που κάνουν τη διόρθωση φύλου είναι γυναίκες. Η δική μου ταυτότητα και ενός γκέι είναι ακριβώς ίδιες. Έτσι αισθάνομαι, γι’ αυτό μ’ αγαπάνε οι γκέι. Δεν είμαι σνομπ μαζί τους. Τρελαίνομαι όταν πηγαίνω σε γκέι μαγαζιά και κάνω σόου, το απολαμβάνω».

Για το μέλλον τι ονειρεύεται; «Τι να ονειρευτώ; Και 75 χρονών να είμαι, εδώ θα δουλεύω, θα χορεύω. Μπορεί να έχω ακουστικά, να μην ακούω, αλλά θα είμαι εδώ. Υγεία να έχω…» 


* Ένα τραγούδι για το χειμώνα, Τζίμης Πανούσης



Δεν υπάρχουν σχόλια: